
Για να γίνει κατανοητό πώς η αναστροφή των προγνωστικών δεν οδηγεί αυτομάτως στο κέρδος, θα χρειαστούμε ένα παράδειγμα με εύκολα μαθηματικά. Έστω λοιπόν ένα στοίχημα ποδοσφαίρου στο οποίο τα σημεία 1, Χ, 2 προσφέρονται σε αποδόσεις 2 – 3 – 3.5 αντίστοιχα. Η γκανιότα αυτού του στοιχήματος προκύπτει πως είναι 12%, αφού εάν διαιρέσουμε τη μονάδα με κάθε απόδοση και προσθέσουμε τα ποσοστά πιθανότητας το άθροισμα είναι 112% (αντί για 100% σε μια δίκαιη αγορά). Ο παραπάνω αγώνας επαναλαμβάνεται 100 φορές και πάντα υπό τις ίδιες συνθήκες και φυσικά με τις ίδιες αποδόσεις. Τα προγνωστικά του συστήματός μας συνεχίζουν να προβλέπουν το ίδιο σημείο, το οποίο ας πούμε ότι είναι ο άσσος. Έχουμε λοιπόν 100 στοιχήματα στον άσσο με απόδοση 2.00.
Θεωρούμε πως η πραγματική πιθανότητα του κάθε σημείου του αγώνα αυτού είναι 45% – 30% – 25% αντίστοιχα για 1, Χ, 2. Εφόσον 45% είναι η πιθανότητα επαλήθευσης του άσσου που στοιχηματίζουμε, 45 στοιχήματα των €10 θα μας κερδίσουν €450 και 55 στοιχήματα θα μας χάσουν €550 παίζοντας στοίχημα σε έναν bookmaker. Το γεγονός αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο σύστημα που εφαρμόζουμε, καθώς ποντάρουμε χρήματα σε μια πρόβλεψη που δεν είναι [intlink id=”288″ type=”post”]value bet[/intlink]. Έτσι, περιμένουμε πως αν στοιχηματίσουμε στο Χ2 θα πάρουμε τα χρήματα αυτά ως κέρδος.
Στοιχηματίζοντας €10 και πάλι ανά στοίχημα με μέση απόδοση 1.625 ((3 + 3.5)/4), το Χ2 θα επαληθεύεται 55% των περιπτώσεων, έτσι 55 στοιχήματα θα μας κερδίσουν €344 και 45 στοιχήματα θα χάσουν €450. Έτσι και πάλι βρισκόμαστε να χάνουμε το 10% των στοιχημάτων μας. Ο λόγος είναι ότι ούτε τώρα τα στοιχήματά μας έχουν value. Με μέση απόδοση 1.625, που υπολογίστηκε από τις αρχικές αποδόσεις των bookmakers, η πιθανότητα επαλήθευσης θα έπρεπε να είναι 61.5% αντί για 55%.
Οι δίκαιες αποδόσεις λοιπόν θα έπρεπε να είναι 2.22 – 3.30 – 4.00, τις οποίες θα χρειαστούμε τώρα που θα συγκρίνουμε τα αποτελέσματα στο ανταλλακτήριο. Θεωρώντας ότι η στοιχηματική αγορά έχει ισορροπήσει σε αυτές τις αποδόσεις (πολύ σπάνιο να υπάρχει τόση ισορροπία σε 100% book – μηδενική γκανιότα), εάν στοιχηματίζαμε τον άσσο του στοιχήματός μας και πάλι θα καταλήγαμε χαμένοι λόγω προμήθειας αυτή τη φορά. 45 στοιχήματα θα κέρδιζαν €549 προ προμήθειας – άρα €521 μετά προμήθειας – από τα οποία αφαιρώντας τα €550 των χαμένων στοιχημάτων θα ήμασταν χαμένοι €30. Σαφώς καλύτερα σε σχέση με τους bookmakers, αλλά και πάλι χάνουμε. Αντίστοιχα ενεργώντας στην περίπτωση του Χ2, θα καταλήξουμε να χάνουμε και τότε χρήματα, οπότε για άλλη μια φορά αντιστρέφοντας τα στοιχήματα δε θα έχουμε καλά αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει φυσικά και στην περίπτωση που παίξουμε κατά/lay τον άσσο, αφού τώρα θα πληρώνουμε 45 φορές όταν επαληθεύεται ο άσσος (€549 – προμήθεια χρεώνεται μόνο στα κερδισμένα στοιχήματα) και θα κερδίζουμε €550 από τα κερδισμένα, άρα και πάλι €521 κέρδος μετά προμήθειας.

Σαν συμπέρασμα θα λέγαμε πως εάν είναι να δοκιμάσουμε να παίξουμε ανάποδα τα προγνωστικά του χαμένου συστήματός μας, προτιμότερο είναι να το κάνουμε σε ανταλλακτήριο πρώτον δεδομένης της δυνατότητας να στοιχηματίσουμε κατά/lay της πρόβλεψης και δεύτερον λόγω των σημαντικά μεγαλύτερων αποδόσεων εφόσον αποφασίσουμε να στοιχηματίσουμε διπλή ευκαιρία. Με το ίδιο σκεπτικό αντιστρέφουμε και τα προγνωστικά από tipsters που εμφανίζουν ζημίες με σταθερό ρυθμό.